theoridou_b
Η σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου επιμένει να δίνει μάχες για την ελληνική ιδέα. Δέκα το πρωί, στο τραπέζι μπροστά μας στριμώχνονται καφές, τσάι, αμέτρητα γλυκά και αλμυρά. «Είναι σπιτικά», παροτρύνει όσους κάθονται στο ψηλοτάβανο σαλόνι με τις εντυπωσιακές οροφές, τα έντονα χρώματα και τα αναμνηστικά.
Τον σύζυγό της, μαέστρο Θεόδωρο Ορφανίδη από το Herisau της Ελβετίας και καταγωγή από το Κιλκίς, τον γιατρό από τη Στουτγάρδη «με ρίζες από το Διδυμότειχο» Θανάση Σίμογλου, ο οποίος έγραψε τις μουσικές των τελευταίων τραγουδιών της, τη φίλη της Βάσω Σωτηρίου.
Ενταση, χαρά και αλλεπάλληλα κουδουνίσματα λίγες ημέρες πριν από τη συναυλία στο «Παλλάς» (26 του μηνός), που έφερε τη δημοφιλή σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου στην Αθήνα. Ομως, αντίθετα με την εικόνα της απρόσιτης ερμηνεύτριας που έχουμε συνήθως για τις λυρικές τραγουδίστριες, εκείνη έχει την αμεσότητα της Ελληνίδας οικοδέσποινας.
Η Ελλάδα στην καρδιά της «είναι ιδέα». Γι’ αυτήν ίδρυσε με τον σύζυγό της τη Mobile Orchestra με μουσικούς απ’ όλο τον κόσμο που ζουν στην Ευρώπη, το πολιτιστικό κίνημα Beautiful Creece, έκαναν το σπίτι τους στο Βερολίνο που ζουν «ξενοδοχείον η ωραία Ελλάς», όπως αστειεύεται ο γιος της. Αλίμονο αν της θίξεις την ελληνική καταγωγή της. Στο μεταξύ, συνεχίζει να ενισχύει μουσικές βιβλιοθήκες ανά τη χώρα. Τον Μάρτιο, σειρά έχει το Κιλκίς.
Η ρήση του Καβάφη «εγώ δεν είμαι Ελληνας, είμαι ελληνικός» ήταν «η δύναμη που με έσπρωχνε. Σε κάθε στόχο έλεγα: «Απαγορεύεται να αποτύχεις, είσαι Ελληνίδα». Θέλει να προβάλει την ελληνική λόγια μουσική στο εξωτερικό, να δείξει ότι «υπάρχει κι άλλη Ελλάδα».
Την ερώτηση «πώς είναι για μια σοπράνο να ζει στη Γερμανία και πώς για μια Ελληνίδα» μάλλον την ακούει συχνά. «Θαυμάζουν την υψηλή τέχνη, σέβονται τον καλλιτέχνη της όπερας, αλλά στην καθημερινότητα ως Ελληνίδα ακούω: “Εσείς οι τεμπέληδες”. Σχόλια που με κάνουν να υπερασπίζομαι τη χώρα μου, σαν τη μάνα που δεν θέλει να θίξουν το παιδί της. Αναγνωρίζω τις αδυναμίες του, αλλά δεν επιτρέπω να το προσβάλλουν. Κάποιοι στην Ελλάδα κλέβουν, αλλά και στη Γερμανία κλέβουν, απλώς έχουν τρόπο να το καλύπτουν. Εξεγείρομαι όταν θίγουν την υπερηφάνειά μου. Δεν αντιλαμβάνονται όλοι τη δύναμη και τη σημασία της λέξης. Αν τους βάλεις, για παράδειγμα, σε ένα γεμάτο τραπέζι, θα τα φάνε όλα. Ο Ελληνας καλεσμένος θα φάει, αλλά έχει ένα κιμπαριλίκι».
Την αφοσίωσή της δεν την καλοδέχθηκαν όλοι. «Ζήτησα ραντεβού με τον κ. Γερουλάνο. Δεν θέλαμε χρήματα, μόνο ηθική στήριξη. Δεν απάντησαν, ίσως νόμισαν ότι είμαι η Νατάσσα Θεοδωρίδου… Δεν ενδιαφέρθηκαν ούτε για το καλλιτεχνικό κίνημα BΕΑUTIFUL GREECE, που κάναμε για Ελληνες που δυσκολεύονται στη Γερμανία ή που έρχονται για μια νέα ζωή».
Η αξία της στο εξωτερικό είναι αναγνωρισμένη. Αντιθέτως, στην Ελλάδα δεν είναι οι πόρτες ανοιχτές. Στη Λυρική τραγούδησε μόνο δύο φορές, «αντικατέστησα συναδέλφους μου», ενώ «στο Μέγαρο Μουσικής τραγουδούσα μόνο όσο ζούσε ο Χρήστος Λαμπράκης». Το Ελληνικό Φεστιβάλ «δεν απάντησε ποτέ στις προτάσεις μου. Πάντως, αυτό δεν οφείλεται στην καλλιτεχνική μου αξία». Εχει μια ευθύτητα ασυνήθιστη. «Το ρούχο της ντίβας το φοράω μόνο στη σκηνή, στο σπίτι είμαι μάνα, σύζυγος σαν όλες τις άλλες γυναίκες με αισθήματα». Παραδέχεται πως η εποχή της πριμαντόνας και του μαέστρου έδωσε τη θέση της στην παντοκρατορία του σκηνοθέτη και του φωτιστή. «Είμαστε στο έλεος της εικόνας. Αν η πρωτοεμφανιζόμενη δεν έχει κορμί μοντέλου και δεν είναι sex symbol, πρέπει να έχει τουλάχιστον τη φωνή της Μαρίας Κάλλας για να ακουστεί».
Ανοιχτή στο ρεπερτόριο, της αρέσει το crossover, «τα τραγούδια της πατρίδας μου, και θα ήθελα να τραγουδήσω με τον Λέοναρντ Κοέν ή τον Τομ Γουέιτς». Το αφιέρωμα στο Καβάφη είναι η πρότασή της στην κρίση. «Ο Καβάφης είναι καθοδηγητής στη ζωή μου. Οι γονείς μου ήταν φτωχοί, οι γιαγιάδες αρχόντισσες από τον Πόντο και την Κωνσταντινούπολη, τα έχασαν όλα, αλλά μου δίδαξαν αρετές. Εμείς, η γενιά του λαμόγιου και του ντιζάιν, διδάξαμε στα παιδιά μας να ακολουθούν πολιτικούς για να έχουν οφέλη. Γι’ αυτό τον γιο μου, Μαξιμίλιαν – Αθανάσιο, τον συμβουλεύω να κάνει ό,τι νιώθει η καρδιά του. Κουράσαμε τη γενιά πριν μεγαλώσει».

Aπλό κορίτσι

«Καριέρα στο λυρικό τραγούδι δεν μπορείς να κάνεις εδώ. Eχουμε εξαιρετικούς καθηγητές και καλλιτέχνες, όχι όμως μουσική ακαδημία και ούτε θα αποκτήσουμε, λόγω συμφερόντων». Ο τρόπος διδασκαλίας της Σόνιας Θεοδωρίδου στο Πανεπιστήμιο Καλών Τεχνών του Βερολίνου είναι «ενεργειακός». «Μέσα από τον ήχο και τη δόνηση μπορώ να θεραπεύσω τη φωνή.
Οταν αρρώστησα (μια φλεγμονή στο συκώτι) έκανα εναλλακτική θεραπεία. Πέθαινα, είχα αφεθεί, αλλά συνάμα πήρα ένα τεράστιο μάθημα. Εξαφανίστηκαν σαν τα ποντίκια όλοι οι γύρω μου. Οπως κάνουν οι κόλακες. Αυτή που μου στάθηκε περισσότερο ήταν η οικιακή βοηθός μου. Δεν είχα αλαζονεία, αλλά κάπου με συνέπαιρνε ότι ζούσα πλούσια, το χειροκρότημα… Δεν περίμενα, όμως, την προδοσία. Οταν συνήλθα, ξαναβγήκαν από τις φωλιές τους, αλλά τότε τους πήρα το κεφάλι. Σαν να μου έστειλε ο Θεός τη δοκιμασία για να ξεκαθαρίσω μέσα μου. Καταποντίστηκα, αλλά λυτρώθηκα. Κυρίως κατάλαβα ότι είμαι ένα απλό κορίτσι, τα δήθεν δεν μου ταίριαξαν ποτέ».
Της Γιωτας Συκκα για την καθημερινή